1ο μέρος
Κυριακή 4 & Δευτέρα 5/8/2019
Κυριακή 4 & Δευτέρα 5/8/2019
Πέρυσι το καλοκαίρι πήγαμε με το αυτοκίνητο στο Κολάσιν (Μαυροβούνιο) και παρόλο ότι χαθήκαμε ένα σωρό φορές και είχα πρόβλημα με το γόνατό μου, περάσαμε υπέροχα.
Φέτος, είπαμε να πάμε ακόμα πιο βόρεια, με αεροπλάνο για να μην μπορούμε να χαθούμε. Επιλέξαμε την Κρακοβία αφού αφενός μεν δεν είχε πάει κανένας μας, αφετέρου δε, είναι μια πόλη που γλύτωσε από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς και σε συνδυασμό με το ότι δεν πέρασε ένας νόμος περί αντιπαροχής να τα ισοπεδώσει όλα, η αρχιτεκτονική της διατηρήθηκε ανέπαφη. Για tango, γνωρίζαμε ότι έχει milongas οπότε θα το συνδυάζαμε μια χαρά. Αυτό που δεν γνωρίζαμε ήταν αν θα κατάφερνα να ανταποκριθώ στις πεζοπορικές και χορευτικές απαιτήσεις που είχε ένα τέτοιο ταξίδι, αφού τον Μάρτιο είχα έναν σοβαρό τραυματισμό στον αχίλλειο τένοντα και μέχρι τώρα ήμουν ¨εκτός¨. Το πολύ - πολύ, σκέφτηκα, να με πηγαίνει η Κική με καροτσάκι, δεν το χάνω με τίποτα. Κλείσαμε λοιπόν με Ryanair να πάμε και Airbnb να μείνουμε και περιμέναμε πως και πως να έρθει η ώρα.
Ήρθε η ώρα και η πρόβλεψη του καιρού δίνει βροχές και καταιγίδες. Αλλάζουμε τα ρούχα μας τελευταία στιγμή και βάζουμε μέσα ζεστά, αδιάβροχα και ομπρέλες, αλλά έτσι, βγαίνουμε υπέρβαροι 2-3 κιλά ο κάθε ένας. Ξαναβγάζουμε μερικά και μετα βίας κάνουμε την δικιά μου 10 κιλά και της Κικής 11. Αγχώνομαι λίγο, αλλά η Κική με βοηθάει απειλώντας με ότι θα πάω με τα πόδια αν δεν ξεκινήσουμε αμέσως και συνέρχομαι.
Στο αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης (όχι Μακεδονίας), εκατό επιβάτες περιμένουμε υπομονετικά στην σειρά, όταν ένας Έλληνας μας παρακάμπτει και πάει να εξυπηρετηθεί κατ΄ εξαίρεση! Ήθελε λέει κάτι να ρωτήσει, αλλά μιας και βρέθηκε εκεί να μιλάει μαζί της μήπως μπορούσε να τον εξυπηρετήσει άμεσα και να τελειώνει. Η φάση τελειώνει με τον τύπο να παίρνει θέση στο τέλος της ουράς και εμάς μπροστά στην ζυγαριά να σκουπίζουμε τον ιδρώτα σαν να κουβαλάμε ναρκωτικά. Και τότε... μπαίνει επάνω η υπέρβαρη βαλίτσα της Κικής και την δείχνει 5 κιλά, το ίδιο δείχνει και την δικιά μου, αλλά και των επόμενων. Όλες οι βαλίτσες ζυγίζουν 5 κιλά! Τι διάολο?
Αυτό το ταξίδι ξεκινάει πολύ ωραία!
Φτάνουμε Κρακοβία 23:00, ζευγάρι Ελλήνων μας προειδοποιεί ότι θα βαρεθούμε τόσες μέρες αφού εκείνοι την είδαν σε δύο, παίρνουμε πεντακάθαρο τρένο για το κέντρο και από εκεί ταξί για το σπίτι. Φτάνουμε με μια μικρή καθυστέρηση και καταρρίπτουμε κάθε πρόβλεψη και στατιστική, αφού ΔΕΝ ΧΑΘΗΚΑΜΕ ΠΟΥΘΕΝΑ!
Η Άννα, μητέρα της Σόνιας (ιδιοκτήτριας του σπιτιού ) που μας υποδέχθηκε, μας εντυπωσιάζει με τα ελληνικά που γνωρίζει. Είναι ευγενική και συνεννοούμαστε μια χαρά, αλλά πάω να χαϊδέψω το σκυλί που κρατάει και με δαγκώνει. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πως μια σταλιά βρωμόσκυλο χώρεσε το χέρι μου στο στόμα του!
Το διαμέρισμα καινούριο και όμορφο με φουλ εξοπλισμό και ΠΟΛΥ ΗΣΥΧΟ. Χαίρομαι γιατί είμαι και λίγο δύσκολος στον ύπνο. Θα ξεκουραστώ επιτέλους, το αισθάνομαι.
06:30 σηκωνόμαστε από φασαρία μπροστά στο σπίτι. Ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο είναι ένα τεράστιο πεδίο εργασιών ανοικοδόμησης και παντού εργάζεται κόσμος με τρυπάνια, δισκοπρίονα, φορτηγά, κλπ.
Σηκωνόμαστε με τα χίλια ζόρια και αγοράζουμε πρωινό από το σούπερ μάρκετ κάτω από το σπίτι που έχει και αρκετά ελληνικά προϊόντα. Η πρώτη εντύπωση για το κόστος διαβίωσης είναι ότι είναι πολύ χαμηλό. Απ΄ ότι φαίνεται ΘΑ ΤΗΝ ΒΓΑΛΟΥΜΕ ¨ΤΖΑΜΠΑ¨!
Κάνουμε μια προσπάθεια να επικοινωνήσουμε με το Airbnb για να μας αλλάξουν σπίτι αλλά τζίφος. Ψάχνουμε και εμείς για διαμέρισμα αλλά η πληρότητα τέτοια εποχή είναι φουλ στην πόλη.
Τελικά αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε την περιήγησή μας από τα καφέ του κέντρου και βλέπουμε.
Η θερμοκρασία είναι γύρω στους 28, χωρίς υγρασία, είμαστε με τα ζακετάκια μας, παραμάσχαλα ότι χάρτες και ενημερωτικά έχουμε και πάμε.
Το τραμ δίπλα από το σπίτι μας πάει κατευθείαν εκεί που θέλουμε, αλλά εμείς τότε δεν το ξέρουμε και χανόμαστε. Μετά από μερικά ανέβα – κατέβα, που διάολο είμαστε – γύρνα πίσω – που πας από κει ρε παιδί μου, καταλήγουμε εκεί που πρέπει ή εκεί που βόλευε τέλος πάντων. Έτσι, επανήλθαμε στην κανονικότητα.
Πάμε να αλλάξουμε Ευρώ σε Ζλότι, μήπως τα χρειαστούμε.
Στην ταμπέλα έξω από το Exchange φιγουράρει με μεγάλα γράμματα ισοτιμία 4,4 Ζλότι / Ευρώ. Μια χαρά λέμε και μπαίνουμε χαμογελαστοί, αλλά μας πιάνουν τον κώλο άγρια με 3,2 / Ευρώ. Η κοπέλα ισχυρίζεται ψυχρά - κοφτά ότι είναι θέμα προσφοράς – ζήτησης και την συγκεκριμένη στιγμή τα 50Ευρώ αλλάζουν στα 3,2 Ζλότι! Έχει κόψει και την απόδειξη και δεν παίρνει τίποτα πίσω. Πάμε να το καταγγείλουμε αλλά μας ενημερώνουν από το info center ότι δεν θα καταφέρουμε τίποτα, τους το καταγγέλλουν συνέχεια αλλά είναι ¨νόμιμο¨.
Ελεύθερη αγορά είναι, ας προσέχαμε, έπρεπε πρώτα να ρωτήσουμε το συγκεκριμένο ποσό για πόσο το αλλάζουν, άσχετα με το τι γράφουν έξω ή οπουδήποτε αλλού. Στο παρακάτω ανταλλακτήριο ο υπάλληλος μας έδωσε προσφορά στα 4 Ζλότι / ευρώ.
Την ελαφριά πίκρα αντικαθιστά το δέος από την όπερα που στέκεται μπροστά μας και γρήγορα ξεχνάμε τι έγινε. Το Slowacki Theatre του 19ου αιώνα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πολιτισμού της περιοχής. Έχουν αρχίσει να μου τρέχουν τα σάλια!
Στον καφέ τεμπελιάζουμε τρελά και αποφασίζουμε να μην ασχοληθούμε πολύ με τους χάρτες αφού και με αυτούς χανόμαστε. Λέμε να το αφήσουμε λίγο στο ένστικτο. Ελπίζω να μας βγει σε καλό.
Ξεκινάμε να βολτάρουμε γύρω στις 09:00 από τα βόρεια της παλιάς πόλης προς δυτικά.
Η ιδέα είναι να κάνουμε μια γρήγορη αναγνωριστική και μετά να εστιάσουμε σε κάποια σημεία ενδιαφέροντος. Νομίζαμε ότι ήταν ¨δυο - τρία πράγματα¨ και τέλος. Δεν είχαμε την παραμικρή ιδέα για το τι μας περίμενε.
Πρώτα περνάμε από το κάστρο Barbican που προστάτευε την κεντρική πύλη (Florian) και είναι ότι έμεινε από το περιμετρικό φρούριο. Σήμερα το χρησιμοποιούν για πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Μπαίνοντας στην παλιά πόλη καταλαβαίνω ότι έχω να κάνω με έναν αρχιτεκτονικό παράδεισο, μια ¨παιδική χαρά¨ για τα μάτια και το μυαλό μου. Όπου και να γυρίσω το κεφάλι μου τα παλιά κτίρια με τους επικλινείς τοίχους και τα υπέροχα τοξωτά τους στοιχεία με καλούν να τα γνωρίσω. Όλα καλοδιατηρημένα και επισκέψιμα με όλη την ιστορία του κόσμου φορτωμένη στους σοβάδες τους . Ανυπομονώ να χωθώ στον κόσμο τους.
Συνεχίζουμε την βόλτα μας στην πλατεία όπου μπαίνουμε σε άλλη εκκλησία και μετά σε άλλη και μετά…. Η πλατεία τους περιβάλλεται από εκκλησίες και παίζει να υπήρχε μεγάλη κόντρα.
Μάλιστα σε μία από αυτές, την Βασιλική της Παναγίας, υπάρχει η φήμη ότι ο ένας από τους δύο αδελφούς που είχαν αναλάβει την ανοικοδόμησή της, έσφαξε τον άλλο, όταν έκανε το καμπαναριό του ψηλότερο.
Το κλασικό πρόβλημα μεγέθους δηλαδή. Η αξία συνδεδεμένη με το μήκος.
Παρακάτω η Αγία Άννα με εντυπωσιάζει εν ώρα λειτουργίας.
Παρακάτω η Αγία Άννα με εντυπωσιάζει εν ώρα λειτουργίας.
Εκεί πάνω που έχω αρχίσει να τα παίρνω στο κρανίο με την μικροπρέπεια, τα κόμπλεξ και την μεγαλομανία τους, πέφτουμε πάνω στο πανεπιστήμιο Jagiellonskiego Collegium Maius, που έχει σπουδάσει ο Κοπέρνικος, είναι ανοιχτό για το κοινό και αποφασίζουμε να μπούμε.
Θέλω να καθίσω στο ίδιο θρανίο, να αγγίξω τα ίδια βιβλία, να χρησιμοποιήσω τα ίδια εργαλεία και να νιώσω λίγο νεαρός Κοπέρνικος διψασμένος για μάθηση. Αμ δε… Οι επισκέψεις γίνονται κατά ομάδες με ξεναγό και πρέπει να χωρίζονται μεταξύ τους ανά κάποια χρονικά διαστήματα για να μην υπάρχει οχλαγωγία, να υπάρχει σεβασμός στον χώρο και να μην γίνονται ζημιές. Πλάκα κάνεις σκέφτομαι, όπως Ελλάδα!
Μας παραπέμπουν λοιπόν σε μια ωρίτσα να είμαστε απ΄ έξω και επειδή δεν λέει να κάθεσαι στο σκαλοπάτι και να ξεροσταλιάζεις πεινώντας, πάμε να κάνουμε έρευνα για εξωτουριστικό φαγάδικο.
Το βρίσκουμε λίγο παρακάτω σε μια αυλίτσα πίσω από την εκκλησία της Αγίας Άννας όπου υπάρχουν και κοιτώνες για τους κληρικούς. Το MAGIA προσφέρει διάφορα, αλλά όχι αδιάφορα, μικρογεύματα . Παίρνω χάμπουργκερ με καραμελωμένα κρεμμύδια και η Κική pierogi (τορτελίνια γίγας) με σπανάκι και τυριά.
Τα συνοδεύουμε με ξανθιά βαρελίσια μπύρα και πληρώνουμε γύρω στο δεκάρικο. Τα pierogi και οι μπύρες πολύ ωραία, το χάμπουργκερ δεν θα το ξαναέπαιρνα.
Με αυτά και άλλα όμως καθυστερήσαμε και όταν ξαναπήγαμε στο πανεπιστήμιο χαρούμενοι δεν υπήρχαν εισιτήρια.
Υποσχεθήκαμε στον εαυτό μας ότι την επόμενη μέρα θα είμασταν πιο συνεπείς και πήγαμε στην αυλή, όπου ο Κοπέρνικος και η παλιοπαρέα του συνήθιζαν να αράζουν τα μεσημεράκια, μιλώντας για γκομενάκια, καπνίζοντας τα τσιγαριλίκια τους και πίνοντας μπύρες.
Λίγο παρακάτω είναι και το καινούριο πανεπιστήμιο που δεν έχει απ έξω ούτε αφίσες, ούτε πανό, ούτε συνθήματα με το σύμβολο της αναρχίας και τεράστια πέη ζωγραφισμένα στους τοίχους, οπότε δυσκολευτήκαμε να το αναγνωρίσουμε.
Συζητήσαμε για το αν οι νέοι εδώ αδιαφορούν για την ελεύθερη πρόσβαση στην γνώση, την δημόσια παιδεία και την κοινωνική δικαιοσύνη, μετά, λύσαμε το ¨κυπριακό¨ και προχωρήσαμε.
Φτάσαμε στην πλατεία όπου υψώνεται αγέρωχο ότι έμεινε από το παλιό δημαρχείο (Town Hall)
και αμέσως μετά επισκεφτήκαμε την αρχαία αγορά τους όπου κάποτε γινόταν το παζάρι με τα μοσχάρια και τα γίδια. Σήμερα, έχει από καπέλα και διακοσμητικά σουβενίρ, μέχρι γούνες και σέξι κιλοτάκια!
Μπαίνουμε να πάρουμε γεύση από το πως οι ντόπιοι προσπαθούσαν να εξαγοράσουν την μετά θάνατον ζωή και συναντάμε τις γνωστές μεθόδους. Χρυσοποίκιλτα και πομπώδη εικονοστάσια, υπερβολικά στολισμένα τέμπλα αλλά και βλοσυρές άγιες φιγούρες για τους άπιστους και ενοχικούς επισκέπτες. Σε περίοπτη θέση και οι προύχοντες χορηγοί (λες να γίνονται για δαύτους όλα?).
Βγαίνοντας είμαστε κουρασμένοι. Έχουμε περπατήσει για περισσότερες από δέκα ώρες και παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής χορτασμένοι από εικόνες, μυρωδιές και γεύσεις. Έχουμε μάθει ένα σωρό ωραία πράγματα για τον τόπο και την ιστορία του, για τους ανθρώπους τις συνήθειες και τις πρακτικές τους. Το βράδυ όμως πάμε για χορό και επιβάλλεται ξεκούραση.
Είναι Δευτέρα βράδυ, μόλις έχουμε ξυπνήσει και συνειδητοποιώ ότι δεν έχω πάρει μαζί μου κάλτσες για τα tangoπάπουτσα.
Για γυμνό ούτε λόγος. Σκέτο ρεζιλίκι! Λέω να το παίξω ¨Ιταλός¨.
Ο ήχος είναι καλός και οι μουσικές επιλογές στις προτιμήσεις μας. Έχει τόσο κόσμο όσο να είμαστε άνετα στην πίστα και το χορευτικό επίπεδο των καβαλιέρων είναι πολύ καλό. Οι ντάμες δεν χορεύουν ανάλογα αλλά μου κάνουν επιθετικά mirada και έχει πλάκα.
Όταν γυρίσαμε στο σπίτι ίσα που μπορέσαμε να βγάλουμε τα παπούτσια μας.
Συνεχίζεται...