Παρασκευή 9 και Σάββατο 10/8/2019
Ένας από τους λόγους που ήρθαμε Κρακοβία ήταν το αλατωρυχείο και σήμερα είναι να το επισκεφτούμε. Η Κική είχε κλείσει εισιτήρια από το ίντερνετ, οπότε είμασταν έτοιμοι να δούμε αυτό το τόσο ιδιαίτερο μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς. Κάποιοι μιλούσαν για εμπειρία ζωής και ήμουν ανυπόμονος.
Εχθές λοιπόν, κοιμήθηκα με τον αχίλλειο τένοντα να στέλνει μηνύματα χωρισμού και ξύπνησα με την αίσθηση ότι δεν θα μπορώ να κατέβω το κρεβάτι από τον πόνο, και αν το κάνω, θα διαπιστώσω πόσο λάθος έκανα που περπάτησα και χόρεψα τόσο, θα υποσχεθώ στον εαυτό μου ότι δεν θα το ξανακάνω και από δω και πέρα θα είμαι καλό παιδί. Μάλιστα, έπιασα το κινητό για να δω τα νοσοκομεία στην Κρακοβία και καθώς διαπίστωνα ότι είναι όλα σε άπταιστα Πολωνικά και θα έχω θεματάκι, σκέφτηκα ότι δεν δοκίμασα να πατήσω και έβαλα το πόδι κάτω. Το πάτησα έτσι, το πάτησα αλλιώς, τι διάλο σκέφτηκα, λάθος πόδι πατάω? Άρχισα να χορεύω κάτι ινδιάνικα και τότε ξύπνησε η Κική σχολιάζοντας κάτι για την ψυχική μου υγεία.
Για να μην τα πολυλογώ , φαίνεται ότι το αντιφλεγμονώδες που πήρα εχθές με έπιασε καλά και σήμερα είμαι περδίκι! Έτσι, έχουμε ακόμη έναν λόγο να είμαστε χαρούμενοι, τρώμε και φεύγουμε για το ραντεβού με το τουριστικό γραφείο που είχε κλείσει η Κική. Έχουμε διεύθυνση και gps που μας δείχνει ακριβώς που και πως πρέπει να πάμε.
Το πρόγραμμα που είχαμε για το σημερινό περπάτημα ήταν χειρότερο από την χθεσινή μέρα και πήρα μαζί μου το φαρμακείο με όλα τα παυσίπονα που υπάρχουν στην αγορά. Σας λέω δεν το έχανα με τίποτα.
Όταν φτάσαμε στο ραντεβού μας, όχι μόνο δεν υπήρχε κανείς να περιμένει, αλλά δεν υπήρχε ούτε το ξενοδοχείο που μας είχαν πει, ούτε και το τουριστικό γραφείο. Αρχίσαμε να αγχωνόμαστε όταν ρωτώντας διαπιστώσαμε ότι ναι μεν υπήρχε κάτι στην περιοχή, αλλά δεν ξέραν που ακριβώς και τέτοια. Είχαμε για μια ακόμα φορά χαθεί, αλλά αυτήν θα χάναμε το μουσείο και τα χρήματα! Ή μήπως πέσαμε σε απατεώνες?
Όταν μπορέσαμε να μιλήσουμε μαζί τους στο τηλέφωνο μας διαβεβαίωσαν ότι το ραντεβού ισχύει για το σημείο που μας είχαν πει και να περιμένουμε.
Από κει και πέρα όλα κύλησαν όπως έπρεπε και βρεθήκαμε στο salt mine με το πουλμανάκι τους, να προηγούμαστε έναντι εκατοντάδων που περίμεναν για εισιτήριο.
Η ξεναγός μας, μια εντελώς ανέκφραστη κοπέλα, γύρω στα 30, με βρετανικό χιούμορ, μας βοήθησε να προετοιμαστούμε για αυτό που θα συναντούσαμε σε λίγο. Μια κλειστοφοβική διαδρομή με περισσότερα από 180 μέτρα απότομα σκαλοπάτια, όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα να γυρίσεις πίσω αν συμβεί κάτι. Μετά, δίωρο περπατηματάκι σε στοές και περισσότερα σκαλοπάτια κατά τόπους, με κάποια διαλείμματα στην πορεία. Τότε θυμήθηκα ότι το γόνατό μου, μπορεί να μην έχει πρόβλημα στις ανηφόρες, αλλά στις κατηφόρες και τα σκαλοπάτια... Την ελπίδα την πήρα από ένα μέλος της ομάδας που είχε έρθει κουτσαίνοντας αποφασισμένος να μας ακολουθήσει. Άφησα τις αρνητικές σκέψεις και τελικά, δεν είχα κανένα πρόβλημα ούτε με γόνατα, ούτε με αστράγαλους, ούτε με το μυαλό.
Πληρώνω 10 ζλότι (αν θυμάμαι καλά) για να μπορώ να τραβήξω βίντεο & φωτογραφίες. Αν με δούνε χωρίς τα αυτοκόλλητα μου το απαγορεύουν. Βγαίνοντας είπα να το πουλήσω 5 ζλότι σε κάποιον που θα έμπαινε αλλά σκέφτηκα ¨τι γύφτος είμαι¨ και δεν το έκανα.
Αλλά τότε, καθώς ακολουθούσαμε την ομάδα μέχρι το τελευταίο διάλειμμα, διαπιστώσαμε ότι οι υπόλοιποι είχαν φύγει χωρίς εμάς. Προσπαθήσαμε να τους βρούμε και η Κική άρχισε να ζορίζεται. Ακολουθήσαμε μια άλλη ομάδα και φτάσαμε σε ένα σύμπλεγμα διαδρόμων όπου είχαμε αμφιβολία αν έπρεπε να πάμε δεξιά ή αριστερά. ¨Ρωτώντας πας στην πόλη¨ έλεγε η γιαγιά μου όμως και φτάσαμε ασφαλείς στο ασανσέρ που ήταν για τρία άτομα και μπαίναμε εννιά.
Καθώς ανεβαίναμε ακουμπώντας μαγουλάκια με τους υπόλοιπους, σκέφτηκα πόσο ¨γαιδουριά¨ ήταν που μας άφησε η ξεναγός μας και έφυγε και πως τόσο που είχαμε αργήσει θα είχε φύγει και το λεωφορειάκι που μας έφερε. Ήταν όμως εκεί και περίμεναν εμάς και το μέλος που κούτσαινε. Λίγο αργότερα ήρθε και αυτός και πήραμε τον δρόμο του γυρισμού τραγουδώντας Βουγιουκλάκη χαρούμενοι.
Φτάσαμε σπίτι αργά το μεσημέρι, χτυπήσαμε μια σαλάτα με τυριά και ξεραθήκαμε.
Ένας από τους λόγους που ήρθαμε Κρακοβία ήταν το αλατωρυχείο και σήμερα είναι να το επισκεφτούμε. Η Κική είχε κλείσει εισιτήρια από το ίντερνετ, οπότε είμασταν έτοιμοι να δούμε αυτό το τόσο ιδιαίτερο μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς. Κάποιοι μιλούσαν για εμπειρία ζωής και ήμουν ανυπόμονος.
Εχθές λοιπόν, κοιμήθηκα με τον αχίλλειο τένοντα να στέλνει μηνύματα χωρισμού και ξύπνησα με την αίσθηση ότι δεν θα μπορώ να κατέβω το κρεβάτι από τον πόνο, και αν το κάνω, θα διαπιστώσω πόσο λάθος έκανα που περπάτησα και χόρεψα τόσο, θα υποσχεθώ στον εαυτό μου ότι δεν θα το ξανακάνω και από δω και πέρα θα είμαι καλό παιδί. Μάλιστα, έπιασα το κινητό για να δω τα νοσοκομεία στην Κρακοβία και καθώς διαπίστωνα ότι είναι όλα σε άπταιστα Πολωνικά και θα έχω θεματάκι, σκέφτηκα ότι δεν δοκίμασα να πατήσω και έβαλα το πόδι κάτω. Το πάτησα έτσι, το πάτησα αλλιώς, τι διάλο σκέφτηκα, λάθος πόδι πατάω? Άρχισα να χορεύω κάτι ινδιάνικα και τότε ξύπνησε η Κική σχολιάζοντας κάτι για την ψυχική μου υγεία.
Για να μην τα πολυλογώ , φαίνεται ότι το αντιφλεγμονώδες που πήρα εχθές με έπιασε καλά και σήμερα είμαι περδίκι! Έτσι, έχουμε ακόμη έναν λόγο να είμαστε χαρούμενοι, τρώμε και φεύγουμε για το ραντεβού με το τουριστικό γραφείο που είχε κλείσει η Κική. Έχουμε διεύθυνση και gps που μας δείχνει ακριβώς που και πως πρέπει να πάμε.
Το πρόγραμμα που είχαμε για το σημερινό περπάτημα ήταν χειρότερο από την χθεσινή μέρα και πήρα μαζί μου το φαρμακείο με όλα τα παυσίπονα που υπάρχουν στην αγορά. Σας λέω δεν το έχανα με τίποτα.
Όταν φτάσαμε στο ραντεβού μας, όχι μόνο δεν υπήρχε κανείς να περιμένει, αλλά δεν υπήρχε ούτε το ξενοδοχείο που μας είχαν πει, ούτε και το τουριστικό γραφείο. Αρχίσαμε να αγχωνόμαστε όταν ρωτώντας διαπιστώσαμε ότι ναι μεν υπήρχε κάτι στην περιοχή, αλλά δεν ξέραν που ακριβώς και τέτοια. Είχαμε για μια ακόμα φορά χαθεί, αλλά αυτήν θα χάναμε το μουσείο και τα χρήματα! Ή μήπως πέσαμε σε απατεώνες?
Όταν μπορέσαμε να μιλήσουμε μαζί τους στο τηλέφωνο μας διαβεβαίωσαν ότι το ραντεβού ισχύει για το σημείο που μας είχαν πει και να περιμένουμε.
Από κει και πέρα όλα κύλησαν όπως έπρεπε και βρεθήκαμε στο salt mine με το πουλμανάκι τους, να προηγούμαστε έναντι εκατοντάδων που περίμεναν για εισιτήριο.
Η ξεναγός μας, μια εντελώς ανέκφραστη κοπέλα, γύρω στα 30, με βρετανικό χιούμορ, μας βοήθησε να προετοιμαστούμε για αυτό που θα συναντούσαμε σε λίγο. Μια κλειστοφοβική διαδρομή με περισσότερα από 180 μέτρα απότομα σκαλοπάτια, όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα να γυρίσεις πίσω αν συμβεί κάτι. Μετά, δίωρο περπατηματάκι σε στοές και περισσότερα σκαλοπάτια κατά τόπους, με κάποια διαλείμματα στην πορεία. Τότε θυμήθηκα ότι το γόνατό μου, μπορεί να μην έχει πρόβλημα στις ανηφόρες, αλλά στις κατηφόρες και τα σκαλοπάτια... Την ελπίδα την πήρα από ένα μέλος της ομάδας που είχε έρθει κουτσαίνοντας αποφασισμένος να μας ακολουθήσει. Άφησα τις αρνητικές σκέψεις και τελικά, δεν είχα κανένα πρόβλημα ούτε με γόνατα, ούτε με αστράγαλους, ούτε με το μυαλό.
Πληρώνω 10 ζλότι (αν θυμάμαι καλά) για να μπορώ να τραβήξω βίντεο & φωτογραφίες. Αν με δούνε χωρίς τα αυτοκόλλητα μου το απαγορεύουν. Βγαίνοντας είπα να το πουλήσω 5 ζλότι σε κάποιον που θα έμπαινε αλλά σκέφτηκα ¨τι γύφτος είμαι¨ και δεν το έκανα.
Αλλά τότε, καθώς ακολουθούσαμε την ομάδα μέχρι το τελευταίο διάλειμμα, διαπιστώσαμε ότι οι υπόλοιποι είχαν φύγει χωρίς εμάς. Προσπαθήσαμε να τους βρούμε και η Κική άρχισε να ζορίζεται. Ακολουθήσαμε μια άλλη ομάδα και φτάσαμε σε ένα σύμπλεγμα διαδρόμων όπου είχαμε αμφιβολία αν έπρεπε να πάμε δεξιά ή αριστερά. ¨Ρωτώντας πας στην πόλη¨ έλεγε η γιαγιά μου όμως και φτάσαμε ασφαλείς στο ασανσέρ που ήταν για τρία άτομα και μπαίναμε εννιά.
Καθώς ανεβαίναμε ακουμπώντας μαγουλάκια με τους υπόλοιπους, σκέφτηκα πόσο ¨γαιδουριά¨ ήταν που μας άφησε η ξεναγός μας και έφυγε και πως τόσο που είχαμε αργήσει θα είχε φύγει και το λεωφορειάκι που μας έφερε. Ήταν όμως εκεί και περίμεναν εμάς και το μέλος που κούτσαινε. Λίγο αργότερα ήρθε και αυτός και πήραμε τον δρόμο του γυρισμού τραγουδώντας Βουγιουκλάκη χαρούμενοι.
Κάποια χάρηκε πολύ που βρήκαμε τρόπο να βγούμε! |
Το βράδυ πήγαμε να ζήσουμε την Εβραϊκή συνοικία και να φάμε σε ένα από αυτά τα υπαίθρια food spot με καντίνες που έχουν και μας τράβηξαν την προσοχή.
Έχω να δηλώσω εδώ δημόσια, ότι είναι το πιο νόστιμο hamburger που έχουμε φάει (ή πεινούσαμε πολύ). Όπως και να έχει το καταφχαριστηθήκαμε.
Μετά, βόλτα ατελείωτη να χωνέψουμε και να δούμε την περιοχή. Στην μικρή την πλατεΐτσα (που έλεγε και ο Πουλόπουλος), είδαμε πονηρά μαγαζάκια που έφτιαχναν το διάσημο zapiekanki και είπαμε να έρθουμε αύριο να τα δοκιμάσουμε, γιατί, δεν μπορείς να φύγεις ρε φίλε χωρίς να έχεις δοκιμάσει zapiekanki!
Και καταλήξαμε να πίνουμε μπύρες περιγράφοντας το αβέβαιο μέλλον που μας περιμένει με τα μυαλά που (δεν) έχουμε.
Ξυπνήσαμε φρέσκοι και ξεκούραστοι. Ήμουν ευδιάθετος, αφού τα πόδια μου δεν έβγαλαν κιχ, έχουμε να πάμε στο μουσείο του Σίντλερ (μια εντελώς απογοητευτική εμπειρία) και χορεύουμε σε μια υπέροχη μιλόνγκα.
Το σπίτι μας λοιπόν είναι πέντε λεπτά από το εργοστάσιο μουσείο, αλλά την κράτηση την είχαμε κάνει για το σπίτι του Σίντλερ που ήταν αλλού και έγινε μπέρδεμα.
Σε μισή ωρίτσα περάσαμε μέσα στο περιβόητο Oskar Schindler Factory όπου ο Σίντλερ απασχολούσε τους εκατοντάδες Εβραίους που έσωσε. Eγώ περίμενα να δω γραμμή παραγωγής, εργαλεία και μεθόδους, που κάθονταν και τρώγανε στα διαλείμματα, τους κοιτώνες τους, κλπ, κλπ. Αντί αυτού είδα σύγχρονες αφίσες και φωτογραφίες, βίντεο και αναπαραστάσεις. Κάτι ελάχιστα αντικείμενα poy δεν χόρτασαν την όρεξή μου για ¨επαφή¨ ούτε στο ελάχιστο.
Ο χώρος του μουσείου είναι τα γραφεία που είχε κάποτε, ενώ όλοι οι υπόλοιποι χώροι πίσω που στέγαζαν την παραγωγική διαδικασία, έχουν γίνει σύγχρονα κινηματογραφικά πλατό και εξυπηρετούν την σχολή και το κέντρο κινηματογράφου της πόλης.
Φεύγω απογοητευμένος και πάμε στην εβραϊκή συνοικία (ναι πάλι), για καφεδάκι να το συζητήσουμε.
Όταν ήρθε η κατάλληλη ώρα, πάμε για το zapiekanki μας, αλλά μόλις φτάνουμε στο γκισέ, μετά από μισή ώρα αναμονής, μόλις έρχεται η στιγμή που θα δώσουμε την παραγγελία μας, ο υπάλληλος μου πετάει ξερά ένα, ¨πάω για ψώνια γιατί μου τελείωσαν τα υλικά¨ κολλάει και μια χαρτούρα στα μούτρα μου και φεύγει!
Είχε πει ότι θα έκανε δέκα λεπτά αλλά στα είκοσι φύγαμε και πήγαμε εκεί όπου εχθές είχαμε φάει τα θεϊκά burger.
Καθίσαμε στο Acai food bar, η Κική πήρε tapioka με σπανάκι και τυρί που αποδείχθηκε ιδιαίτερο και ενδιαφέρον και εγώ hot dog που ήταν μέτριο προς κακό.
Η Milonga Krakowska όμως αποδείχθηκε ανώτερη των προσδοκιών μου.
Ο χώρος εξαιρετικός όπως η ακουστική του, τα τραγούδια της προτίμησής μας και το χορευτικό επίπεδο υψηλό. Έτσι, η τελευταία μας βραδιά στην Κρακοβία έκλεισε υπέροχα με τους δυο μας να τρέχουμε μέσα στην καταρρακτώδη βροχή να πάρουμε ταξί για το σπίτι.
Αύριο είναι η τελευταία μας μέρα!
Έχω να δηλώσω εδώ δημόσια, ότι είναι το πιο νόστιμο hamburger που έχουμε φάει (ή πεινούσαμε πολύ). Όπως και να έχει το καταφχαριστηθήκαμε.
Μετά, βόλτα ατελείωτη να χωνέψουμε και να δούμε την περιοχή. Στην μικρή την πλατεΐτσα (που έλεγε και ο Πουλόπουλος), είδαμε πονηρά μαγαζάκια που έφτιαχναν το διάσημο zapiekanki και είπαμε να έρθουμε αύριο να τα δοκιμάσουμε, γιατί, δεν μπορείς να φύγεις ρε φίλε χωρίς να έχεις δοκιμάσει zapiekanki!
Και καταλήξαμε να πίνουμε μπύρες περιγράφοντας το αβέβαιο μέλλον που μας περιμένει με τα μυαλά που (δεν) έχουμε.
Ξυπνήσαμε φρέσκοι και ξεκούραστοι. Ήμουν ευδιάθετος, αφού τα πόδια μου δεν έβγαλαν κιχ, έχουμε να πάμε στο μουσείο του Σίντλερ (μια εντελώς απογοητευτική εμπειρία) και χορεύουμε σε μια υπέροχη μιλόνγκα.
Το σπίτι μας λοιπόν είναι πέντε λεπτά από το εργοστάσιο μουσείο, αλλά την κράτηση την είχαμε κάνει για το σπίτι του Σίντλερ που ήταν αλλού και έγινε μπέρδεμα.
Σε μισή ωρίτσα περάσαμε μέσα στο περιβόητο Oskar Schindler Factory όπου ο Σίντλερ απασχολούσε τους εκατοντάδες Εβραίους που έσωσε. Eγώ περίμενα να δω γραμμή παραγωγής, εργαλεία και μεθόδους, που κάθονταν και τρώγανε στα διαλείμματα, τους κοιτώνες τους, κλπ, κλπ. Αντί αυτού είδα σύγχρονες αφίσες και φωτογραφίες, βίντεο και αναπαραστάσεις. Κάτι ελάχιστα αντικείμενα poy δεν χόρτασαν την όρεξή μου για ¨επαφή¨ ούτε στο ελάχιστο.
Ο χώρος του μουσείου είναι τα γραφεία που είχε κάποτε, ενώ όλοι οι υπόλοιποι χώροι πίσω που στέγαζαν την παραγωγική διαδικασία, έχουν γίνει σύγχρονα κινηματογραφικά πλατό και εξυπηρετούν την σχολή και το κέντρο κινηματογράφου της πόλης.
Φεύγω απογοητευμένος και πάμε στην εβραϊκή συνοικία (ναι πάλι), για καφεδάκι να το συζητήσουμε.
Προσπαθώ να γλυκάνω τον πόνο μου (ή είναι απλά μια δικαιολογία) |
Όταν ήρθε η κατάλληλη ώρα, πάμε για το zapiekanki μας, αλλά μόλις φτάνουμε στο γκισέ, μετά από μισή ώρα αναμονής, μόλις έρχεται η στιγμή που θα δώσουμε την παραγγελία μας, ο υπάλληλος μου πετάει ξερά ένα, ¨πάω για ψώνια γιατί μου τελείωσαν τα υλικά¨ κολλάει και μια χαρτούρα στα μούτρα μου και φεύγει!
Είχε πει ότι θα έκανε δέκα λεπτά αλλά στα είκοσι φύγαμε και πήγαμε εκεί όπου εχθές είχαμε φάει τα θεϊκά burger.
Tapioka από το: Acai food bar |
Hot Dog από το: The Dog |
Καθίσαμε στο Acai food bar, η Κική πήρε tapioka με σπανάκι και τυρί που αποδείχθηκε ιδιαίτερο και ενδιαφέρον και εγώ hot dog που ήταν μέτριο προς κακό.
Η Milonga Krakowska όμως αποδείχθηκε ανώτερη των προσδοκιών μου.
Milonga Krakowska |
Αύριο είναι η τελευταία μας μέρα!