Όταν άρχισα το τάνγκο το ενδιαφέρον μου ήταν αποκλειστικά και μόνο η αγκαλιά. Σιγά σιγά άρχισαν να εμφανίζονται και άλλα ενδιαφέροντα και σήμερα γεμίζει τον συναισθηματικό μου ουρανό με κάθε λογής αστέρια.
Ένα από αυτά είναι τα ταξίδια.
Η ιδέα δεν θυμάμαι από πού ήρθε, αλλά το ότι ήταν μακριά από τουριστικό προορισμό, με χαμηλές θερμοκρασίες, καινούρια σχετικά διοργάνωση με μεσαίου επιπέδου χορευτές, το Σεράγιεβο δίπλα και το ότι το ζευγάρι που θα πηγαίναμε μαζί το γνωρίζαμε αρκετά καλά, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Καθοριστικό ρόλο επίσης έπαιξε και το ότι δούλευα σκοτωτά κάνα δίμηνο και ήμουν έτοιμος να καταρρεύσω. Τώρα που το σκέφτομαι, ναι αυτός ήταν ο ΠΙΟ καθοριστικός παράγοντας. Διακοπές εδώ και τώρα λοιπόν. Βασικά... όπου φύγει – φύγει!
Το Visoko είναι περίπου στο κέντρο της Βοσνίας Ερζεγοβίνης και λίγο βόρεια του Serajevo, έχει καμιά τριανταπενταριά χιλιάδες Βόσνιους μουσουλμάνους κατοίκους, καμιά πέντε χιλιάδες Σέρβους χριστιανούς και το διασχίζει ο ποταμός Bosna (Βοσνία). Έχουν περάσει πρόσφατα από σκληρό εμφύλιο και αυτό ήταν ένα ακόμα ελκυστικό χαρακτηριστικό. Ήθελα να δω πως είναι η χώρα σήμερα. Νόμισμα έχουν το μετατρέψιμο μάρκο που ισούται με 0,5 του Ευρώ (αυτό να το θυμάστε για τις τιμές που θα δείτε παρακάτω).
Πήγαμε από Β. Μακεδονία, περάσαμε Σερβία και βγήκαμε Βοσνία & Ερζεγοβίνη. Είναι λίγο περισσότερα τα χιλιόμετρα από το να περνούσαμε από Μαυροβούνιο, αλλά ο δρόμος είναι καλύτερος και γλυτώσαμε έτσι και δύο τελωνεία, οπότε βγήκε πιο σύντομη η διαδρομή.
Ξεκινήσαμε γύρω στις 5:00 τα ξημερώματα της 11ης Αυγούστου και ομολογώ ότι για τις επόμενες πέντε - έξι ώρες δεν είχα πολύ καλή επαφή με το περιβάλλον. Για την διαδρομή των 900 περίπου χιλιομέτρων κάναμε περίπου 15 ώρες χωρίς να χαθούμε πουθενά, αφού ο Γιάννης είχε κάνει τρελή προετοιμασία. Η σύντροφός του Νάνσυ κάθισε δίπλα του και με τον φάκελο στα χέρια μπορούσε κάθε στιγμή να παραδώσει τα έγγραφα που μας ζήτησαν στα σύνορα.
Εγώ με την Κική αράξαμε πίσω και τα λέγαμε.
Η διαδρομή ήταν πολύ όμορφη με stratocumulus να φιλτράρουν τον ελεεινό ήλιο και το τοπίο να αλλάζει συνέχεια. Τα παράθυρα ανοιχτά, μουσικούλα γιοκ, γιατί το φλασάκι που έφτιαξα δεν δούλευε και μέσο όρο 100χιλμ/ώρα.
Η διαδρομή χαρακτηρίζεται από την αρχιτεκτονική ποικιλομορφία.
Πριν από αρκετό καιρό είχαμε κλείσει δωμάτια στο Φραγκισκανικό μοναστήρι της περιοχής και εγώ νόμιζα ότι θα κοιμηθούμε σε κανένα σκοτεινό, παλαιοχριστιανικό κτίσμα με σιδεριές, τοξωτά παράθυρα και πιθανότητα να δούμε φάντασμα.
Αντί αυτού, βρήκαμε ένα πολύ φωτεινό σύγχρονο κτήριο (1900), που χρησιμοποιείται για ξενώνας και σχολείο, με έναν πολύ ευγενικό επιστάτη, τον Stipo, έτοιμο να μας εξυπηρετήσει σε ότι χρειαζόμασταν.
Μας ξενάγησε στον χώρο και με υπερηφάνεια μας έδειξε το Ελληνικό τμήμα της σχολής με αναγνωστήριο φιλοσοφίας, τέχνης, μαθηματικών και χάρτες.
Κάθε καινούρια μέρα ξεκινούσε με ένα καλό πρωινό στην τραπεζαρία.
Εκεί συναντιόμασταν χορευτές απ΄ όλον τον κόσμο και ανταλλάσσαμε απόψεις για το τάνγκο, το περιβάλλον, την ποιότητα στην ζωή και τις διαχρονικές αξίες, τα προβλήματα στον αέρα από την υπερβολική εκτροφή αγελάδων, τα chemical trails, την παγκόσμια συνωμοσία ενάντια στην ελεύθερη βούληση από τον Μπιλ Γκέιτς, αλλά και το πως αποδεικνύεται ότι η γη είναι επίπεδη.
Σύντομα γίναμε μια ωραία παρέα που άλλοι μιλιόμασταν και άλλοι όχι.
Κάθε μέρα κάναμε βόλτες στην περιοχή και προσπαθήσαμε να γνωρίσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα τους ντόπιους με τις συνήθειες και τις παραδόσεις τους.
Φάγαμε σε ¨gourmet¨, σε οικογενειακά, σε νεανικά, αλλά και ¨βρώμικα¨ μαγαζάκια. Τα γκεμπαπάκια, τσεβαπτσίτσι (cevapcici), από μοσχάρι ή βοδινό κρέας, επάνω σε πίτα με κρεμμύδια, που είναι η ντόπια σπεσιαλιτέ τους, ήταν παντού καλά, αλλά στα ¨βρώμικα¨ ήταν καλύτερα.
Συνεχίζεται...